Ξεκινάω να γράφω κι
όπου βγάλει. Κάπως έτσι γράφω. Στην ουσία το μπλογκάρισμα είναι ένας
μονόλογος που τυχαίνει να ακούσουν όσοι περάσουν κατά τύχη από τη
σελίδα. Πολλοί αναρωτιούνται γιατί το να γράφεις σε μπλογκ έχει απλωθεί
τόσο. Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι μονολογούν άσχετα αν τους διαβάζει
κανένας, ένας ή χιλιάδες.
Είναι μια λέσχη. Μια προσωπική λέσχη. Που φτιάχνεις με δικούς σου κανόνες, βάζεις τις εικόνες που σου αρέσουν για διακόσμηση, επιλέγεις τις λίστες προτιμήσεις, κάνεις λινκ σ΄οτι γουστάρεις και καυτηριάζεις ότι σε ενοχλεί, ότι δεν μπορείς να χωνέψεις. Είναι μια μικρή λέσχη από της πολλές που φυτρώνουν πλέον σε κάθε επίπεδο. Είναι η λέσχη του καυγά απέναντι σε ότι νοιώθουμε εχθρικό ή και τον εαυτό μας τον ίδιο. Είναι η φωνή που προσπαθεί να αρθρώσει ο ένας απέναντι στο σιωπηλό πλήθος. Η ατομική μας έκφραση μέσα στο συνολικό παπαγαλισμό.
Άλλοι βέβαια χρησιμοποιούν αυτό το ανώνυμο βήμα για να παπαγαλίσουν απλά με παραλλαγές, και να ελπίσουν στο δεκάλεπτο δημοσιότητας στο κόσμο της ηλεκτρονικής κοινωνίας. Άλλοι ξεφεύγουν εντελώς (ευτυχώς) Αυτές οι λέσχες όμως είναι το τελευταίο καταφύγιο πριν τα μεγάλα στρατόπεδα. Σοβαρές ή αστείες, διάσημες ή ασήμαντες, πολυδιαβασμένες ή μοναχικές οι σελίδες αυτές είναι η τελευταία έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ. Η βιβλιοθήκη και τα βινύλια που οργάνωνε με τόσο μεράκι στην άθλια φυλακή εκείνος που ποτέ δεν σταμάτησε να πιστεύει πως θα δραπετεύσει.
Πάντα έτσι ήταν κι έτσι θα είναι. Και τώρα περισσότερο από ποτέ. Ποτέ το πλήθος δεν έκανε κάτι. Ακόμα κι όταν έμοιαζε μια συνολική αντίδραση σε κάτι, μονάδες ήταν που είχαν εμπνεύσει το πλήθος. Ο λόγος του ενός. Η ατομική πράξη, η ατομική σκέψη που γοήτευσε, παρέσυρε, έμπνευσε, φόβισε ή ξεσήκωσε τους πολλούς. Αυτός ο ένας είναι το κακό σπυρί όσων λατρεύουν να τα έχουν όλα υπό έλεγχο. Είναι το μελάνι που θα μουτζουρώσει τα πλάνα τους.
Πολλές φορές αναρωτήθηκα τι κάνει έναν άνθρωπο να είναι ξεχωριστός. Να σκέφτεται με τρόπο αλλιώτικοι . Να βλέπει τα πράγματα αλλιώς. Να μεταφράζει με ένα δικό του (πολλές φορές φαινομενικά παράλογο) τρόπο όσα συμβαίνουν και να φτάνει εκεί που οι περισσότεροι δεν μπορούν να φτάσουν. Ένας συνδυασμός γνώσεων, προσπάθειας, ευφυίας? Η μήπως τελικά είναι το valis?...
Αυτόν τον έναν, αυτούς τους λίγους, περιμένουν οι πολλοί. Να κρεμαστούν επάνω τους. Να τους ακολουθήσουν. Ακόμα κι αν αυτά που τολμήσει να πει ο ένας , είναι τα ίδια ακριβώς που σκέφτονται οι πολλοί. Ακόμα κι αν αυτά που οραματίζεται ο ένας τα ονειρεύονται χιλιάδες άλλοι. Κάποιος όμως πρέπει να πάρει επάνω του τις αμαρτίες του κόσμου. Πάντα. Να σηκώσει το φορτίο. Να δώσει την ευκαιρία να οργανωθούν απέναντί του οι διώκτες κι οι οπαδοί σε πόλεμο. Να ανάψει τα αίματα που λιμνάζουν. Το αστείο είναι πως συνήθως αυτοί οι χαρισματικοί άνθρωποι διδάσκουν την αγάπη και την ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων. Είναι λάτρεις της αρμονίας, της τέχνης, της επιστήμης ή απλά οι καλοί βοσκοί των κοπαδιών, αλλά καταλήγουν πάντα οι διδαχές τους να γίνουν τελικά όπλο βίας και μίσους μεταξύ όλων εκείνων που προσπάθησαν να αφυπνίσουν.
Η δικαιοσύνη, η αγάπη, η αρμονία, η ειρήνη, η ελευθερία αγαπήθηκαν σε όλες τις καρδιές των ανθρώπων τόσο πολύ που οι μισοί έσφαξαν τους άλλους μισούς για να τους πείσουν για την ιερότητα των πιστεύω τους. Πάντα στην ανθρώπινη ιστορία ο δρόμος για τη κόλαση ήταν σπαρμένος με τις καλύτερες προθέσεις και ο δρόμος για το παράδεισο πέρναγε μέσα από τη κόλαση...
Έτσι, όπως κάθε παραμύθι με τους καλούς και τους κακούς, έρχεται η στιγμή που ξεθωριάζει πια. Όταν είναι χιλιοειπωμένο. Όταν το έργο έχει παιχτεί χιλιάδες φορές με τα ίδια και τα ίδια να ακολουθούν έφτασε, μοιραία, η εποχή που οι μονάδες που θα μπορούσαν να ταρακουνήσουν τα λιμνάζοντα νερά, δεν επιθυμούν πλέον να είναι μάρτυρες ούτε ήρωες, και τα πλήθη δεν πιστεύουν πια πως γεννιούνται φωτισμένες ατομικότητες γιατί έχει καιρό κάποιος να τα πιάσει από το χεράκι, στράτα, στρατούλα.
Ίσως έχουμε μπροστά μας το μεγαλύτερο και δυσκολότερο πόλεμο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας. Την παράδοση λόγω έλλειψης αντικειμένου για υπεράσπιση. Είναι ένας κόσμος που αγαπάει κατευθυνόμενα, υποχρεωτικά, υποκριτικά, βιαστικά, εκδικητικά, εγωιστικά, τυφλά. Πως μπορείς να θυσιαστείς κανείς για τέτοιου είδους αγάπες. Και ποιον να εμπνεύσεις για να σε υπερασπιστεί αν τόσο άθλιο είναι το αντικείμενο της μάχης που καλείται να δώσει?
Ο άνθρωπος δεν αντιδρά πλέον εναντίον κανενός τυράννου, φεουδάρχη, ή δικτάτορα γιατί συνειδητοποιεί πως ο μεγαλύτερος τύραννος είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Η συνήθεια για την εναπόθεση των ευθυνών σε ένα αόρατο κακό, και των ελπίδων σ΄ενα πρόθυμο να λύσει τα προβλήματα καλό, ξεφτίζει. Αυτό το παραμύθι ειπώθηκε ξανά και ξανά μέχρι που σταμάτησε να γοητεύει.
Η εγκατάλειψη στη μοίρα μας είναι τόσο μεγάλη που ήρωας μοιάζει να είναι αυτός που θα κατέβει σε μια άλλη στάση από τη συνηθισμένη το πρωί. Οι κοινωνίες που αποκτούν σιγά σιγά την εικόνα ενός πακέτου φωτοτυπημένων χαρτιών είναι τόσο πνευματικά παραιτημένες που επανάσταση μοιάζει το να πετάξεις ένα παλιοκινητό, να κλείσεις τη τηλεόραση, να φας φαί με πολλά λιπαρά, να μη πάρεις αντιβίωση στο κρυολόγημα, να αρνηθείς το υποκατάστατο ζάχαρης, να περπατήσεις με τα πόδια.....
Η απόσταση μεταξύ των ελάχιστων ελεύθερων ανυπότακτων σ΄αυτή τη γελοία ομοιομορφία ανθρώπων και των φοβισμένων για κάθε αλλαγή κοπαδιών, έχει γίνει τόσο μεγάλη, όσο ποτέ άλλοτε. Εκατομμύρια άνθρωποι παλεύουν επιλέγοντας τους ίδιους αδιέξοδους δρόμους που τους οδήγησαν εδώ. Κάνουν γύρω γύρω από τον ευαυτό τους αδυνατώντας πλήρως να γεννήσουν κάτι νέο. Δεν υπάρχουν γέννες. Δεν ήρθε ούτε καν η καταστροφή που πολλοί είχαν πιστέψει. Δεν είναι ζεστός αυτός ο κόσμος, δεν είναι κρύος. Είναι κάτι χειρότερο. Είναι χλιαρός.
επειδή είσαι χλιαρός και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, μέλλω να σε εξεμέσω εκ του στόματός μου...
Αυτή η φράση μοιάζει να αποκτά επί τέλους όλο της το νόημα. Η ανθρωπότητα έχει περάσει αμέτρητες φορές μέσα από φλόγες και πάγους. Έχει δοκιμαστεί σε κάθε πιθανή έκρηξη κι έχει επιβιώσει. Έχει αιματοκυλιστεί κι έχει βγει ζωντανή από τα ερείπια της. Όμως τούτο δω, είναι άλλο πράγμα.
Δεν υπάρχουν ήρωες, νικητές ή ηττημένοι. Δεν υπάρχουν οραματιστές που κυοφορούν μια νέα ελπίδα για την ανθρωπότητα. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που ελπίζουν να γεννηθεί κάτι νέο.
Υπάρχει αδιέξοδο. Με οτιδήποτε νόμιζε πως ήξερε ο άνθρωπος και για το καλό και για το κακό, να μπαίνει σε αμφισβήτηση και την ίδια στιγμή που ωθείται με μανία να σταματήσει να ρωτάει. Ένας κόσμος γεμάτος τοξικά απόβλητα μέσα του είναι με το στόμα φραγμένο βίαια , ανίκανος να βρει τρόπο να τα αποβάλλει. Να πάρει μια γερή ανάσα.
Οι άνθρωποι δεν ανασαίνουν γρήγορα πλέον. Ούτε αργά. Ανασαίνουν με μηχανική υποστήριξη.
Κι αν τους κοιτάξεις από ψηλά δεν είναι πλέον ούτε απειλητικοί ούτε μάρτυρες. Είναι αδιάφοροι. Με τις λίγες εξαιρέσεις να νοιώθουν τόσο ξένοι, τόσο έξω από όλο αυτό το ηλίθιο παιχνίδι, τόσο παρείσακτοι που θα ένοιωθαν ευχαρίστηση αν έβρισκαν πλέον αποδείξεις πως είναι από άλλο πλανήτη. Πως είναι εδώ κατά λάθος. Ένα κακόγουστο κοσμικό αστείο.
Επειδή είσαι χλιαρός και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, είσαι επικίνδυνος. Μολυσματικός.
Μεταξύ εκείνων που κατορθώνουν να δουν ένα-δυο χρώματα κι εκείνων που μπορούν να φτάσουν να δουν όλα τα χρώματα της δημιουργίας υπάρχει ένα ατελείωτο πλήθος που βλέπει ακριβώς ότι του δείχνουν. Κοιτάει συνεχώς στο ίδιο σημείο που δείχνει το δάχτυλο που έτυχε να πέσει στην αντίληψή τους.
Κάθε παραλογισμός γίνεται ανεκτός, μια βαθιά άρρωστη , καταδικασμένη στο μοιραίο τέλος της κοινωνία ζει με την ψευδαίσθηση πως κάνει ότι καλύτερο για την υγεία της. Της δίνουν καραμέλες και τις καταπίνει σαν πολύτιμο φάρμακο.
Κάποτε ένοιωθα πως η απόσταση που χωρίζει τους ανθρώπους μπορεί να γεφυρωθεί με διάφορους τρόπους. Σήμερα συνειδητοποιώ πως δεν υπάρχει απόσταση να γεφυρωθεί παρά μόνο παράλληλοι δρόμοι. Μεγάλες λεωφόροι που πηγαίνουν αμέτρητες στρατιές και μικρά μονοπάτια, μοναχικά που δεν τα έχουν καν οι χάρτες της αντίληψής μας.
Κάποτε οι διαβάτες των μοναχικών δρόμων είχαν μέσα τους ένα αστείρευτο κέφι να δείξουν και στους άλλους τα μυστικά μονοπάτια. Να τους φωνάξουν. Να τους παρασύρουν. Να τους κάνουν να δουν με τα δικά τους μάτια. Τώρα πια νομίζω πως ελάχιστοι έχουν απομείνει που πιστεύουν πως αυτοί οι παράλληλοι δρόμοι μπορούν να συναντηθούν. Κουράστηκαν οι ήρωες να πολεμούν.
Με χτυπάς στο ένα μάγουλο και γυρίζω και το άλλο. Και τότε με χτυπάς κι από το άλλο. Ξέρεις μου τελείωσαν τα μάγουλα...
Σιγά σιγά διαμορφώνεται μια αναγκαστική ειρήνη επί της γης όχι γιατί ο άνθρωπος συνέλαβε το νόημα της θυσίας, αλλά γιατί πολύ απλά δεν έχει την ικανότητα να πολεμήσει πλέον. Ούτε για το καλό, ούτε για το κακό.
Είναι αυτό που συμβαίνει πάντα μετά από μια μεγάλης διάρκεια ομηρεία. Γιατί οι φυλακισμένοι αποδρούν, οι σκλάβοι ξεσηκώνονται, οι ανυπότακτοι αντιδρούν, αλλά οι όμηροι τις περισσότερες φορές αν επιζήσουν είναι μια μαριονέτα΄στα χέρια των απαγωγέων τους.
Οι άνθρωποι δεν είναι σκλάβοι. Είναι όμηροι. Όμηροι του εαυτού τους. Κι όσοι πολεμάνε να ξεφύγουν από αυτή τη τραγική ομηρία είναι στόχοι. Στόχοι προς εξόντωση.
Είμαι σίγουρη πως ο μόνος λόγος που αφήνουν ανθρώπους ελεύθερους να μιλάνε και να γράφουν ακόμα, είναι γιατί οι προσπάθειες να εκθέτουν κάθε διαφορετικότητα σαν γραφικότητα ή παράνοια πιάνουν. Το κοινό νοιώθει ακόμα ασφαλές στις εξηγήσεις κονσέρβα για το κάθε τι. Ευτυχώς γιατί έτσι...
Υπάρχουν ακόμα αχαρτογράφητα μέρη που μπορεί να κρύβεται η αλήθεια. Αλλιώς θα την είχαν ήδη πελεκήσει και θα την πούλαγαν για έπιπλα.
vasiliskos
Είναι μια λέσχη. Μια προσωπική λέσχη. Που φτιάχνεις με δικούς σου κανόνες, βάζεις τις εικόνες που σου αρέσουν για διακόσμηση, επιλέγεις τις λίστες προτιμήσεις, κάνεις λινκ σ΄οτι γουστάρεις και καυτηριάζεις ότι σε ενοχλεί, ότι δεν μπορείς να χωνέψεις. Είναι μια μικρή λέσχη από της πολλές που φυτρώνουν πλέον σε κάθε επίπεδο. Είναι η λέσχη του καυγά απέναντι σε ότι νοιώθουμε εχθρικό ή και τον εαυτό μας τον ίδιο. Είναι η φωνή που προσπαθεί να αρθρώσει ο ένας απέναντι στο σιωπηλό πλήθος. Η ατομική μας έκφραση μέσα στο συνολικό παπαγαλισμό.
Άλλοι βέβαια χρησιμοποιούν αυτό το ανώνυμο βήμα για να παπαγαλίσουν απλά με παραλλαγές, και να ελπίσουν στο δεκάλεπτο δημοσιότητας στο κόσμο της ηλεκτρονικής κοινωνίας. Άλλοι ξεφεύγουν εντελώς (ευτυχώς) Αυτές οι λέσχες όμως είναι το τελευταίο καταφύγιο πριν τα μεγάλα στρατόπεδα. Σοβαρές ή αστείες, διάσημες ή ασήμαντες, πολυδιαβασμένες ή μοναχικές οι σελίδες αυτές είναι η τελευταία έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ. Η βιβλιοθήκη και τα βινύλια που οργάνωνε με τόσο μεράκι στην άθλια φυλακή εκείνος που ποτέ δεν σταμάτησε να πιστεύει πως θα δραπετεύσει.
Πάντα έτσι ήταν κι έτσι θα είναι. Και τώρα περισσότερο από ποτέ. Ποτέ το πλήθος δεν έκανε κάτι. Ακόμα κι όταν έμοιαζε μια συνολική αντίδραση σε κάτι, μονάδες ήταν που είχαν εμπνεύσει το πλήθος. Ο λόγος του ενός. Η ατομική πράξη, η ατομική σκέψη που γοήτευσε, παρέσυρε, έμπνευσε, φόβισε ή ξεσήκωσε τους πολλούς. Αυτός ο ένας είναι το κακό σπυρί όσων λατρεύουν να τα έχουν όλα υπό έλεγχο. Είναι το μελάνι που θα μουτζουρώσει τα πλάνα τους.
Πολλές φορές αναρωτήθηκα τι κάνει έναν άνθρωπο να είναι ξεχωριστός. Να σκέφτεται με τρόπο αλλιώτικοι . Να βλέπει τα πράγματα αλλιώς. Να μεταφράζει με ένα δικό του (πολλές φορές φαινομενικά παράλογο) τρόπο όσα συμβαίνουν και να φτάνει εκεί που οι περισσότεροι δεν μπορούν να φτάσουν. Ένας συνδυασμός γνώσεων, προσπάθειας, ευφυίας? Η μήπως τελικά είναι το valis?...
Αυτόν τον έναν, αυτούς τους λίγους, περιμένουν οι πολλοί. Να κρεμαστούν επάνω τους. Να τους ακολουθήσουν. Ακόμα κι αν αυτά που τολμήσει να πει ο ένας , είναι τα ίδια ακριβώς που σκέφτονται οι πολλοί. Ακόμα κι αν αυτά που οραματίζεται ο ένας τα ονειρεύονται χιλιάδες άλλοι. Κάποιος όμως πρέπει να πάρει επάνω του τις αμαρτίες του κόσμου. Πάντα. Να σηκώσει το φορτίο. Να δώσει την ευκαιρία να οργανωθούν απέναντί του οι διώκτες κι οι οπαδοί σε πόλεμο. Να ανάψει τα αίματα που λιμνάζουν. Το αστείο είναι πως συνήθως αυτοί οι χαρισματικοί άνθρωποι διδάσκουν την αγάπη και την ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων. Είναι λάτρεις της αρμονίας, της τέχνης, της επιστήμης ή απλά οι καλοί βοσκοί των κοπαδιών, αλλά καταλήγουν πάντα οι διδαχές τους να γίνουν τελικά όπλο βίας και μίσους μεταξύ όλων εκείνων που προσπάθησαν να αφυπνίσουν.
Η δικαιοσύνη, η αγάπη, η αρμονία, η ειρήνη, η ελευθερία αγαπήθηκαν σε όλες τις καρδιές των ανθρώπων τόσο πολύ που οι μισοί έσφαξαν τους άλλους μισούς για να τους πείσουν για την ιερότητα των πιστεύω τους. Πάντα στην ανθρώπινη ιστορία ο δρόμος για τη κόλαση ήταν σπαρμένος με τις καλύτερες προθέσεις και ο δρόμος για το παράδεισο πέρναγε μέσα από τη κόλαση...
Έτσι, όπως κάθε παραμύθι με τους καλούς και τους κακούς, έρχεται η στιγμή που ξεθωριάζει πια. Όταν είναι χιλιοειπωμένο. Όταν το έργο έχει παιχτεί χιλιάδες φορές με τα ίδια και τα ίδια να ακολουθούν έφτασε, μοιραία, η εποχή που οι μονάδες που θα μπορούσαν να ταρακουνήσουν τα λιμνάζοντα νερά, δεν επιθυμούν πλέον να είναι μάρτυρες ούτε ήρωες, και τα πλήθη δεν πιστεύουν πια πως γεννιούνται φωτισμένες ατομικότητες γιατί έχει καιρό κάποιος να τα πιάσει από το χεράκι, στράτα, στρατούλα.
Ίσως έχουμε μπροστά μας το μεγαλύτερο και δυσκολότερο πόλεμο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας. Την παράδοση λόγω έλλειψης αντικειμένου για υπεράσπιση. Είναι ένας κόσμος που αγαπάει κατευθυνόμενα, υποχρεωτικά, υποκριτικά, βιαστικά, εκδικητικά, εγωιστικά, τυφλά. Πως μπορείς να θυσιαστείς κανείς για τέτοιου είδους αγάπες. Και ποιον να εμπνεύσεις για να σε υπερασπιστεί αν τόσο άθλιο είναι το αντικείμενο της μάχης που καλείται να δώσει?
Ο άνθρωπος δεν αντιδρά πλέον εναντίον κανενός τυράννου, φεουδάρχη, ή δικτάτορα γιατί συνειδητοποιεί πως ο μεγαλύτερος τύραννος είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Η συνήθεια για την εναπόθεση των ευθυνών σε ένα αόρατο κακό, και των ελπίδων σ΄ενα πρόθυμο να λύσει τα προβλήματα καλό, ξεφτίζει. Αυτό το παραμύθι ειπώθηκε ξανά και ξανά μέχρι που σταμάτησε να γοητεύει.
Η εγκατάλειψη στη μοίρα μας είναι τόσο μεγάλη που ήρωας μοιάζει να είναι αυτός που θα κατέβει σε μια άλλη στάση από τη συνηθισμένη το πρωί. Οι κοινωνίες που αποκτούν σιγά σιγά την εικόνα ενός πακέτου φωτοτυπημένων χαρτιών είναι τόσο πνευματικά παραιτημένες που επανάσταση μοιάζει το να πετάξεις ένα παλιοκινητό, να κλείσεις τη τηλεόραση, να φας φαί με πολλά λιπαρά, να μη πάρεις αντιβίωση στο κρυολόγημα, να αρνηθείς το υποκατάστατο ζάχαρης, να περπατήσεις με τα πόδια.....
Η απόσταση μεταξύ των ελάχιστων ελεύθερων ανυπότακτων σ΄αυτή τη γελοία ομοιομορφία ανθρώπων και των φοβισμένων για κάθε αλλαγή κοπαδιών, έχει γίνει τόσο μεγάλη, όσο ποτέ άλλοτε. Εκατομμύρια άνθρωποι παλεύουν επιλέγοντας τους ίδιους αδιέξοδους δρόμους που τους οδήγησαν εδώ. Κάνουν γύρω γύρω από τον ευαυτό τους αδυνατώντας πλήρως να γεννήσουν κάτι νέο. Δεν υπάρχουν γέννες. Δεν ήρθε ούτε καν η καταστροφή που πολλοί είχαν πιστέψει. Δεν είναι ζεστός αυτός ο κόσμος, δεν είναι κρύος. Είναι κάτι χειρότερο. Είναι χλιαρός.
επειδή είσαι χλιαρός και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, μέλλω να σε εξεμέσω εκ του στόματός μου...
Αυτή η φράση μοιάζει να αποκτά επί τέλους όλο της το νόημα. Η ανθρωπότητα έχει περάσει αμέτρητες φορές μέσα από φλόγες και πάγους. Έχει δοκιμαστεί σε κάθε πιθανή έκρηξη κι έχει επιβιώσει. Έχει αιματοκυλιστεί κι έχει βγει ζωντανή από τα ερείπια της. Όμως τούτο δω, είναι άλλο πράγμα.
Δεν υπάρχουν ήρωες, νικητές ή ηττημένοι. Δεν υπάρχουν οραματιστές που κυοφορούν μια νέα ελπίδα για την ανθρωπότητα. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που ελπίζουν να γεννηθεί κάτι νέο.
Υπάρχει αδιέξοδο. Με οτιδήποτε νόμιζε πως ήξερε ο άνθρωπος και για το καλό και για το κακό, να μπαίνει σε αμφισβήτηση και την ίδια στιγμή που ωθείται με μανία να σταματήσει να ρωτάει. Ένας κόσμος γεμάτος τοξικά απόβλητα μέσα του είναι με το στόμα φραγμένο βίαια , ανίκανος να βρει τρόπο να τα αποβάλλει. Να πάρει μια γερή ανάσα.
Οι άνθρωποι δεν ανασαίνουν γρήγορα πλέον. Ούτε αργά. Ανασαίνουν με μηχανική υποστήριξη.
Κι αν τους κοιτάξεις από ψηλά δεν είναι πλέον ούτε απειλητικοί ούτε μάρτυρες. Είναι αδιάφοροι. Με τις λίγες εξαιρέσεις να νοιώθουν τόσο ξένοι, τόσο έξω από όλο αυτό το ηλίθιο παιχνίδι, τόσο παρείσακτοι που θα ένοιωθαν ευχαρίστηση αν έβρισκαν πλέον αποδείξεις πως είναι από άλλο πλανήτη. Πως είναι εδώ κατά λάθος. Ένα κακόγουστο κοσμικό αστείο.
Επειδή είσαι χλιαρός και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, είσαι επικίνδυνος. Μολυσματικός.
Μεταξύ εκείνων που κατορθώνουν να δουν ένα-δυο χρώματα κι εκείνων που μπορούν να φτάσουν να δουν όλα τα χρώματα της δημιουργίας υπάρχει ένα ατελείωτο πλήθος που βλέπει ακριβώς ότι του δείχνουν. Κοιτάει συνεχώς στο ίδιο σημείο που δείχνει το δάχτυλο που έτυχε να πέσει στην αντίληψή τους.
Κάθε παραλογισμός γίνεται ανεκτός, μια βαθιά άρρωστη , καταδικασμένη στο μοιραίο τέλος της κοινωνία ζει με την ψευδαίσθηση πως κάνει ότι καλύτερο για την υγεία της. Της δίνουν καραμέλες και τις καταπίνει σαν πολύτιμο φάρμακο.
Κάποτε ένοιωθα πως η απόσταση που χωρίζει τους ανθρώπους μπορεί να γεφυρωθεί με διάφορους τρόπους. Σήμερα συνειδητοποιώ πως δεν υπάρχει απόσταση να γεφυρωθεί παρά μόνο παράλληλοι δρόμοι. Μεγάλες λεωφόροι που πηγαίνουν αμέτρητες στρατιές και μικρά μονοπάτια, μοναχικά που δεν τα έχουν καν οι χάρτες της αντίληψής μας.
Κάποτε οι διαβάτες των μοναχικών δρόμων είχαν μέσα τους ένα αστείρευτο κέφι να δείξουν και στους άλλους τα μυστικά μονοπάτια. Να τους φωνάξουν. Να τους παρασύρουν. Να τους κάνουν να δουν με τα δικά τους μάτια. Τώρα πια νομίζω πως ελάχιστοι έχουν απομείνει που πιστεύουν πως αυτοί οι παράλληλοι δρόμοι μπορούν να συναντηθούν. Κουράστηκαν οι ήρωες να πολεμούν.
Με χτυπάς στο ένα μάγουλο και γυρίζω και το άλλο. Και τότε με χτυπάς κι από το άλλο. Ξέρεις μου τελείωσαν τα μάγουλα...
Σιγά σιγά διαμορφώνεται μια αναγκαστική ειρήνη επί της γης όχι γιατί ο άνθρωπος συνέλαβε το νόημα της θυσίας, αλλά γιατί πολύ απλά δεν έχει την ικανότητα να πολεμήσει πλέον. Ούτε για το καλό, ούτε για το κακό.
Είναι αυτό που συμβαίνει πάντα μετά από μια μεγάλης διάρκεια ομηρεία. Γιατί οι φυλακισμένοι αποδρούν, οι σκλάβοι ξεσηκώνονται, οι ανυπότακτοι αντιδρούν, αλλά οι όμηροι τις περισσότερες φορές αν επιζήσουν είναι μια μαριονέτα΄στα χέρια των απαγωγέων τους.
Οι άνθρωποι δεν είναι σκλάβοι. Είναι όμηροι. Όμηροι του εαυτού τους. Κι όσοι πολεμάνε να ξεφύγουν από αυτή τη τραγική ομηρία είναι στόχοι. Στόχοι προς εξόντωση.
Είμαι σίγουρη πως ο μόνος λόγος που αφήνουν ανθρώπους ελεύθερους να μιλάνε και να γράφουν ακόμα, είναι γιατί οι προσπάθειες να εκθέτουν κάθε διαφορετικότητα σαν γραφικότητα ή παράνοια πιάνουν. Το κοινό νοιώθει ακόμα ασφαλές στις εξηγήσεις κονσέρβα για το κάθε τι. Ευτυχώς γιατί έτσι...
Υπάρχουν ακόμα αχαρτογράφητα μέρη που μπορεί να κρύβεται η αλήθεια. Αλλιώς θα την είχαν ήδη πελεκήσει και θα την πούλαγαν για έπιπλα.
vasiliskos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου