Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Κερατσίνι dream *

560174_720190891403055_1352540196921804013_n

 
«Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μίσος. Απ’ αυτό γεννιούνται οι ιδέες.»
Jean Genet

Ζόρικη η ζωή στην Ιχθυόσκαλα, κουβάλημα και ξενύχτι. Φέρανε άλλους δυο πτυχιούχους χθες βράδυ, πρωτάρηδες. Πληθαίνουμε. Με κλειστά σχεδόν τα βλέφαρα απ’ τη νύστα, με κόκκινα ακροδάχτυλα απ’ τον πάγο, ακούω τους παλιούς να ψυθιρίζουν. «Πάνε τα παλιά καλά λεφτά, αλλάξαν οι καιροί!». Φτάνει κι άλλη τράτα απ’ τα Κουφονήσια. Φωνές και κακό! Τρέχουμε να δέσει, να ξεφορτώσει, ρίχνομαι κι εγώ με φούριες και σπουδή στο χαμαλίκι. Φτιάχνω γομάρι με φελιζόλ κασέλες. Πάγος κι άλλος πάγος, δώσ’ του πάγος, σε λίγο φτάνουν οι χονδρέμπορες.


Που και που κατεβαίνουν απ’ την Αθήνα οι «περίεργοι». Έτσι τους αποκαλεί ο Χοντρός που με προσέλαβε. Δημοσιογράφοι, φωτογράφοι και σεφ. Κάνουν τον τουρισμό τους. Αυτοί τη δουλειά τους κι εμείς τη δικιά μας. Στεκόμαστε εκθέματα -είμαστε εξωτικοί – βγάζουν δέκα φωτογραφίες, ρωτούν δυο μαλακίες και φεύγουν. Επιδερμικά! Την επομένη διαβάζεις κάποιο άρθρο με μια ζωή που δεν είναι η ζωή σου.

Οι Αιγύπτιοι είναι και γαμώ τα παιδιά. Συχνά πυκνά έρχονται στη δουλειά με μώλωπες στα μάτια μα δε διακρίνεις πια το φόβο μες στο βλέμμα τους. «Όλα συνηθίζονται» λένε οι παλιοί. Και το κουβάλημα και το ξενύχτι κι η υγρασία. Θα συνηθίζεται μάλλον και ο φόβος. Με παίρνουν στο σχόλασμα και με τραβολογάν στην Τρούμπα, τρώμε φαγητά της πατρίδας τους.

Κατά τις δέκα το πρωί αποκοιμιέμαι στη γκαρσονιέρα. Που καιρός και κουράγιο για μπάνιο; Συχνά την πέφτω στον καναπέ με τις γαλότσες. Μια σταλιά σπίτι μυρίζει ψαρίλας. Μια σταλιά άνθρωπος βρωμάω σαν ψάρι. Το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι, έτσι δε λένε; Κι εμένα το κεφάλι μου πάει να εκραγεί! Κι εμένα το σώμα μου σκίζεται κάθε λεπτό, τραβιέται η πέτσα και ξεκολλάει απ’ το κόκκαλο, ξεκολλάει απ’ την ψυχή, τη σκέψη και τη θέληση, λες κι είναι πάνω της γαντζωμένα χιλιάδες μικρά άγκιστρα από χοντρό παραγάδι. Αιμορραγώ!

Υπάρχει ένα παιχνίδι με ερωτήσεις. Σε ρωτούν πως φαντάζεσαι τη ζωή σου μετά από δέκα χρόνια. Στα είκοσι το λοιπόν, φαντάζεσαι δουλειά γραφείου, καρέκλα στελέχους, ίσως κι ένα μεταπτυχιακό. Μεγάλο σπίτι, σπορ αυτοκίνητο και μια καλή γυναίκα. Στα τριάντα ο πούτσος μου ζέχνει ψαρίλας. Μπορεί να φταίνε οι μύκητες – το χώνω όπου να’ ναι – μπορεί απ’ την απλυσιά, ποιος ξέρει; Μπορεί στα αλήθεια να φταίει και το μπαρμπούνι!

Με αυτή την κωλοκατάσταση παράτησα και τον εαυτό μου. Ρούχα όλα κι όλα τρεις αλλαξιές, άλλωστε έχω εκείνα της δουλειάς. Κι ακόμη κοιλιά, μπόχα, χαλασμένα δόντια, μούσια και ακούρευτα μαλλιά. Είπα να γυρίσω σελίδα. Σιγά-σιγά. Σήμερα το πρωί είπα να ξεκινήσω με τα εύκολα. Πήγα για κούρεμα. Το κορίτσι γλυκό και πρόσχαρο μου χάιδεψε το κεφάλι. Το κορίτσι ανυποψίαστο έκοβε τις τούφες μου καθώς η στύση μου θέριευε κάτω απ’ το πανί που σου κρεμάνε γύρω απ’ το λαιμό για να μη γεμίζει ο τόπος τρίχες. Και τότε αφέθηκα στο άγγιγμά της. Έκλεισα τα μάτια και πήρε το μυαλό μου στροφές. Ταξίδεψα. Γίνηκα ταρίφας στο λιμάνι, εμποροπλοίαρχος στο Μεξικό και αποθηκάριος στο Θριάσιο. Γίνηκα ακόμη κομμώτρια, γλυκό κομμωτριάκι, όλο γλύκα και τσαχπινιά, όλο κούραση και χρέη.

Αναθεματισμένο Κερατσίνι! Οι πατεράδες μας τη βγάζουν σε ντούμπλεφας κωλόμπαρα/ταβέρνες με ουίσκι και κοκορέτσι. Τρώνε και πίνουν, καταπίνουν την ανεργία που τους δέρνει. Οι μάνες μας βλέπουν τούρκικα και καυλώνουν πριν την εμμηνόπαυση με κάποιον πρωταγωνιστή. Κλεισμένες μέσα σε τέσσερα ντουβάρια, κρατούν σαν σπαθί το τηλεκοντρόλ, ξιφομαχούν με την κατάθλιψη. Οι καλύτεροι της παιδικής μου ηλικίας γίναν μπάτσοι ή χύσανε τα μυαλά τους πάνω από κάποιο πικάπ. Σατανισμός, αλητεία, χέβι μέταλ φευγιό. Οι ωραιότερες γυναίκες της νιότης μου ασχήμυναν στη βιοπάλη. Στέκουν όρθιες με τις γάμπες πρησμένες στα σαντουιτσάδικα της πόλης, στα κάτεργα του κόσμου, χορταίνοντας τους χορτάτους.

Ο τίτλος «Κερατσίνι dream» είναι δανεισμένος από το ομώνυμο βιβλίο του συγγραφέα Γιάννη Ρεμούνδου.

kospanti 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου