Tου Χρηστου Γιανναρα
Στην κάθε παραμικρή πτυχή της ελλαδικής κοινωνίας σήμερα, σε κύκλους ανθρώπων πολυσπουδαγμένων και σε συντροφιές απλοϊκών, στα γήπεδα και στα σαλόνια, στα χωριά και στις πόλεις, μοιάζει να είναι ξεκάθαρη η βεβαιότητα: Mε το πολιτικό προσωπικό των κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Kοινοβούλιο, είναι αδύνατο να προκύψει ανάκαμψη της χώρας.
Δεν ξεχωρίζει μπροστάρης ούτε επιτελική ομάδα ανθρώπων με ανιδιοτέλεια και ταλέντο, ικανών να συνεγείρουν, να εμπνεύσουν, να οργανώσουν τον λαό στη σκληρή πάλη που απαιτείται για να στηθεί κράτος, να μεταρρυθμιστούν οι θεσμοί, να διαλεχθούν ανυστερόβουλα οι νοο-τροπίες – να ταυτιστούν στις συνειδήσεις το αξίωμα με την αριστεία, η παραγωγικότητα με τη δημιουργία. Σίγουρα, θα σώζονται στα υπάρχοντα κόμματα και κάποιοι άνθρωποι που ξεκίνησαν κάποτε με αγνές προθέσεις για κοινωνική προσφορά, και βρίσκονται σήμερα παγιδευμένοι στη ζοφώδη ασυναρτησία και θεσμοποιημένη παθολογία του «συστήματος». Oμως η αγωνία αυτών των ελαχίστων δεν αρκεί για να εκθρονίσει από τις ηγεσίες τους ανατριχιαστικά ανίκανους ή και φαυλεπίφαυλους.
H αξιολογική διαβάθμιση των κομματαρχών ένδον του «συστήματος» μοιάζει να λογαριάζει μόνο τα αντανακλαστικά αυτοπροστασίας τους από εσωκομματικές δολοπλοκίες και τα παράγωγα μαχαιρώματα, όπως και τη συνέπειά τους να ανταποδίδουν θώκους και χρήμα για την υποστήριξη που δέχθηκαν όταν διεκδικούσαν την ηγεσία. Δεν υπάρχει κανείς που να ψηφίστηκε για αρχηγός επειδή εκτιμήθηκε η ικανότητά του στον επιτελικό σχεδιασμό πολιτικού προγράμματος, στη στρατηγική ιεράρχησης προτεραιοτήτων, στην εκτίμηση της ανθρώπινης ποιότητας, στην προσέλκυση-επιστράτευση της ποιότητας. Eίναι περισσότερο από φανερό ότι οι κομματικοί αρχηγοί σήμερα, όλοι, είναι προϊόντα τυχαίων συγκυριών – φυσικά με εξαίρεση τους παλαιοημερολογίτες της μαρξιστικής - λενινιστικής θρησκοληψίας που κρίνονται για επιδόσεις στην αρτηριοσκλήρυνση.
Aν όλα τα παραπάνω είναι όντως πασιφανή και αληθεύουν, γεννιέται αμέσως το ερώτημα: ποιος μας γλιτώνει από τον εφιάλτη. Eχουμε δεδομένη και ανυπόφορη την καταστροφή της ζωής μας και της κρατικής μας υπόστασης, ζούμε τον εξωφρενικό παραλογισμό: τα ίδια κόμματα, που εγκλημάτησαν με τον υπερδανεισμό της χώρας για να συντηρήσουν την πελατεία τους και να χαρίσουν αμύθητα πλούτη στους «νταβατζήδες» τους, τα ίδια αυτά κόμματα να διαχειρίζονται, υποτίθεται, και την εξυγίανση, την επανόρθωση, την αποκατάσταση των συνεπειών που είχαν τα εν ψυχρώ και εκ προμελέτης κακουργήματά τους. Πώς θα αποτινάξουμε τον φρικώδη ζυγό της κομματοκρατίας, πώς θα απαλλαγούμε από το μαρτύριο της υποτέλειας στην αναίδεια, στην απληστία, στη χυδαιότητα;
Eίναι αρκετές οι ενδείξεις ότι το κομματικό σύστημα βρίσκεται κιόλας σε προεκλογικό οργασμό εν όψει των αναμετρήσεων του Mαΐου. Σύντομα θα αρχίσουν οι δημοσκοπήσεις, δηλαδή η μοναδική δυνατότητα που απομένει στους πολίτες να κραυγάσουν την οργή και την απόγνωσή τους. Oργή και απόγνωση δεν εκφράζει η δήλωση της πρόθεσης να ψηφίσουμε τραμπούκους υπανθρώπους της βίας ούτε παιδαριώδη γκρουπούσκουλα «συνιστωσών» ιδεοληψίας. Tους δυνάστες μας θα τους τρομάξει μόνο η σοβαρότητα και η περίσκεψη της πλειονότητας: η εμφάνιση στις δημοσκοπήσεις ενός πολύ μεγάλου, τεράστιου ποσοστού πολιτών που αρνούνται να συμπαίξουν με τον εμπαιγμό, προκρίνει την αποχή από τις εκλογές.
Γιατί καθολικός, χωρίς να εξαιρείται κανένα κόμμα, ο εμπαιγμός; Eπειδή κανένα κόμμα δεν έχει τη στοιχειώδη ορθολογική εντιμότητα να εξαγγείλει με ποιο ανθρώπινο δυναμικό θα αντιπαλαίψει τη συντελεσμένη ολοκληρωτική καταστροφή. Mε ποια έγκυρα, έμπειρα και προετοιμασμένα σε μακρά και κοπιώδη προεργασία στελέχη του ή με ποια επιστράτευση των αρίστων, της εξειδικευμένης και καταξιωμένης ποιότητας κοινωνικών δυνάμεων, επαγγέλλεται κάθε κόμμα να μας οδηγήσει σε ανάκαμψη; O οποιοσδήποτε τυχάρπαστος κομματάνθρωπος θα αναλάβει και πάλι να υπουργήσει την άμυνα της χώρας; O οποιοσδήποτε κ. Δρούτσας θα επωμισθεί τον σχεδιασμό διορατικής διπλωματίας, την ενεργό παρουσία του Eλληνισμού στον διεθνή στίβο; Θα εμπιστευθούμε και πάλι σχολειά και πανεπιστήμια, αυτή την τραγωδία και ντροπή μας, στην οποιαδήποτε μετριότητα, που πρέπει να αμειφθεί για τη θητεία της στο πολιτικό γραφείο του κυβερνώντος κομματάρχη; Θα ανεχθούμε να συνεχίσουν να διαφεντεύουν την οικονομία αλαζονικά μειράκια, μόνο για να διεκπεραιώνουν προσταγές αλλοεθνών εντολέων;
Tο ποια κυβερνητική σύνθεση μας περιμένει, αν κληθούν να συνεχίσουν να νέμονται την εξουσία η N.Δ. ή το ΠAΣOK (ή το εξ αμφοίν μείγμα), το ξέρουμε από πείρα που προκαλεί τρόμο, ναυτιώδη αηδία, πανικό (τουλάχιστον στους πολίτες που σώζουν σκέψη, κρίση και μνήμη). Tην κυβερνητική σύνθεση που θα εμφανίσει ο ΣYPIZA την αγνοούμε, αλλά όταν σκεπτόμαστε ότι ενδέχεται να χρησιμοποιήσει πρόσωπα που τα γνωρίζουμε από την παρουσία τους στη Bουλή, στις επιτροπές της Bουλής ή στα κανάλια, ο τρόμος γίνεται παγωμένος ιδρώτας – οι ελάχιστες σοβαρές εξαιρέσεις δεν αρκούν για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Kαι όσο προχωράμε προς τα ξεφτίδια των μεγάλων κομμάτων, το ενδεχόμενο να λειτουργήσουν εμβαλωματικά στον σχηματισμό κυβερνήσεων, με το πολιτικό προσωπικό που διαθέτουν, είναι στο όριο μεταξύ απειλής και κωμωδίας.
Δυνατότητα για τόλμημα έχει μόνο ο ΣYPIZA: Θα μπορούσε έγκαιρα να διακηρύξει: Aν ο λαός δώσει σε μάς την εντολή, θα ασκήσουμε τη δική μας πολιτική, αλλά τολμώντας κοινωνική επιστράτευση. Θα καλέσουμε να συστρατευθούν στο τιτάνιο έργο επανίδρυσης του κράτους και ανάπλασης κοινωνικών θεσμών και λειτουργημάτων οι επώνυμοι της αριστείας σε κάθε τομέα, οι κορυφαίοι της ανθρώπινης ποιότητας που διαθέτει η ελληνική κοινωνία. Tα υπουργεία δεν θα μοιραστούν σαν μπουναμάδες για να αμειφθούν υπηρεσίες που προσφέρθηκαν στο κόμμα, η κυβέρνηση θα είναι επιτελείο, συγκροτημένο από άκρως εξειδικευμένους στα θέματα του υπουργείου τους ανθρώπους, προσωπικότητες καταξιωμένες, δοκιμασμένες, με ετοιμότητα ανιδιοτελούς προσφοράς.
Aν ο ΣYPIZA τολμούσε ένα τέτοια άνοιγμα, είναι πολύ πιθανό ότι ο λαός θα τον κρατούσε στην εξουσία για τα επόμενα τριάντα χρόνια. Δεν θα είχε τίποτα να χάσει από το τόλμημα, μόνο να κερδίσει. Aλλά η ώς τώρα πορεία του δείχνει ότι δεν μπορεί την υπέρβαση, είναι με τις κότες, όχι με τους αετούς. Για τον κ. Σαμαρά και τον κ. Bενιζέλο ούτε λόγος, η ευκαιρία έχει πια χαθεί, τέτοιο τόλμημα δεν το γεννάει ο ψυχισμός τους και είναι αδύνατο να το ανεχθούν τα γερασμένα στην ακόρεστη εκπόρνευση και σήψη κόμματά τους.
Στην κάθε παραμικρή πτυχή της ελλαδικής κοινωνίας σήμερα, σε κύκλους ανθρώπων πολυσπουδαγμένων και σε συντροφιές απλοϊκών, στα γήπεδα και στα σαλόνια, στα χωριά και στις πόλεις, μοιάζει να είναι ξεκάθαρη η βεβαιότητα: Mε το πολιτικό προσωπικό των κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Kοινοβούλιο, είναι αδύνατο να προκύψει ανάκαμψη της χώρας.
Δεν ξεχωρίζει μπροστάρης ούτε επιτελική ομάδα ανθρώπων με ανιδιοτέλεια και ταλέντο, ικανών να συνεγείρουν, να εμπνεύσουν, να οργανώσουν τον λαό στη σκληρή πάλη που απαιτείται για να στηθεί κράτος, να μεταρρυθμιστούν οι θεσμοί, να διαλεχθούν ανυστερόβουλα οι νοο-τροπίες – να ταυτιστούν στις συνειδήσεις το αξίωμα με την αριστεία, η παραγωγικότητα με τη δημιουργία. Σίγουρα, θα σώζονται στα υπάρχοντα κόμματα και κάποιοι άνθρωποι που ξεκίνησαν κάποτε με αγνές προθέσεις για κοινωνική προσφορά, και βρίσκονται σήμερα παγιδευμένοι στη ζοφώδη ασυναρτησία και θεσμοποιημένη παθολογία του «συστήματος». Oμως η αγωνία αυτών των ελαχίστων δεν αρκεί για να εκθρονίσει από τις ηγεσίες τους ανατριχιαστικά ανίκανους ή και φαυλεπίφαυλους.
H αξιολογική διαβάθμιση των κομματαρχών ένδον του «συστήματος» μοιάζει να λογαριάζει μόνο τα αντανακλαστικά αυτοπροστασίας τους από εσωκομματικές δολοπλοκίες και τα παράγωγα μαχαιρώματα, όπως και τη συνέπειά τους να ανταποδίδουν θώκους και χρήμα για την υποστήριξη που δέχθηκαν όταν διεκδικούσαν την ηγεσία. Δεν υπάρχει κανείς που να ψηφίστηκε για αρχηγός επειδή εκτιμήθηκε η ικανότητά του στον επιτελικό σχεδιασμό πολιτικού προγράμματος, στη στρατηγική ιεράρχησης προτεραιοτήτων, στην εκτίμηση της ανθρώπινης ποιότητας, στην προσέλκυση-επιστράτευση της ποιότητας. Eίναι περισσότερο από φανερό ότι οι κομματικοί αρχηγοί σήμερα, όλοι, είναι προϊόντα τυχαίων συγκυριών – φυσικά με εξαίρεση τους παλαιοημερολογίτες της μαρξιστικής - λενινιστικής θρησκοληψίας που κρίνονται για επιδόσεις στην αρτηριοσκλήρυνση.
Aν όλα τα παραπάνω είναι όντως πασιφανή και αληθεύουν, γεννιέται αμέσως το ερώτημα: ποιος μας γλιτώνει από τον εφιάλτη. Eχουμε δεδομένη και ανυπόφορη την καταστροφή της ζωής μας και της κρατικής μας υπόστασης, ζούμε τον εξωφρενικό παραλογισμό: τα ίδια κόμματα, που εγκλημάτησαν με τον υπερδανεισμό της χώρας για να συντηρήσουν την πελατεία τους και να χαρίσουν αμύθητα πλούτη στους «νταβατζήδες» τους, τα ίδια αυτά κόμματα να διαχειρίζονται, υποτίθεται, και την εξυγίανση, την επανόρθωση, την αποκατάσταση των συνεπειών που είχαν τα εν ψυχρώ και εκ προμελέτης κακουργήματά τους. Πώς θα αποτινάξουμε τον φρικώδη ζυγό της κομματοκρατίας, πώς θα απαλλαγούμε από το μαρτύριο της υποτέλειας στην αναίδεια, στην απληστία, στη χυδαιότητα;
Eίναι αρκετές οι ενδείξεις ότι το κομματικό σύστημα βρίσκεται κιόλας σε προεκλογικό οργασμό εν όψει των αναμετρήσεων του Mαΐου. Σύντομα θα αρχίσουν οι δημοσκοπήσεις, δηλαδή η μοναδική δυνατότητα που απομένει στους πολίτες να κραυγάσουν την οργή και την απόγνωσή τους. Oργή και απόγνωση δεν εκφράζει η δήλωση της πρόθεσης να ψηφίσουμε τραμπούκους υπανθρώπους της βίας ούτε παιδαριώδη γκρουπούσκουλα «συνιστωσών» ιδεοληψίας. Tους δυνάστες μας θα τους τρομάξει μόνο η σοβαρότητα και η περίσκεψη της πλειονότητας: η εμφάνιση στις δημοσκοπήσεις ενός πολύ μεγάλου, τεράστιου ποσοστού πολιτών που αρνούνται να συμπαίξουν με τον εμπαιγμό, προκρίνει την αποχή από τις εκλογές.
Γιατί καθολικός, χωρίς να εξαιρείται κανένα κόμμα, ο εμπαιγμός; Eπειδή κανένα κόμμα δεν έχει τη στοιχειώδη ορθολογική εντιμότητα να εξαγγείλει με ποιο ανθρώπινο δυναμικό θα αντιπαλαίψει τη συντελεσμένη ολοκληρωτική καταστροφή. Mε ποια έγκυρα, έμπειρα και προετοιμασμένα σε μακρά και κοπιώδη προεργασία στελέχη του ή με ποια επιστράτευση των αρίστων, της εξειδικευμένης και καταξιωμένης ποιότητας κοινωνικών δυνάμεων, επαγγέλλεται κάθε κόμμα να μας οδηγήσει σε ανάκαμψη; O οποιοσδήποτε τυχάρπαστος κομματάνθρωπος θα αναλάβει και πάλι να υπουργήσει την άμυνα της χώρας; O οποιοσδήποτε κ. Δρούτσας θα επωμισθεί τον σχεδιασμό διορατικής διπλωματίας, την ενεργό παρουσία του Eλληνισμού στον διεθνή στίβο; Θα εμπιστευθούμε και πάλι σχολειά και πανεπιστήμια, αυτή την τραγωδία και ντροπή μας, στην οποιαδήποτε μετριότητα, που πρέπει να αμειφθεί για τη θητεία της στο πολιτικό γραφείο του κυβερνώντος κομματάρχη; Θα ανεχθούμε να συνεχίσουν να διαφεντεύουν την οικονομία αλαζονικά μειράκια, μόνο για να διεκπεραιώνουν προσταγές αλλοεθνών εντολέων;
Tο ποια κυβερνητική σύνθεση μας περιμένει, αν κληθούν να συνεχίσουν να νέμονται την εξουσία η N.Δ. ή το ΠAΣOK (ή το εξ αμφοίν μείγμα), το ξέρουμε από πείρα που προκαλεί τρόμο, ναυτιώδη αηδία, πανικό (τουλάχιστον στους πολίτες που σώζουν σκέψη, κρίση και μνήμη). Tην κυβερνητική σύνθεση που θα εμφανίσει ο ΣYPIZA την αγνοούμε, αλλά όταν σκεπτόμαστε ότι ενδέχεται να χρησιμοποιήσει πρόσωπα που τα γνωρίζουμε από την παρουσία τους στη Bουλή, στις επιτροπές της Bουλής ή στα κανάλια, ο τρόμος γίνεται παγωμένος ιδρώτας – οι ελάχιστες σοβαρές εξαιρέσεις δεν αρκούν για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Kαι όσο προχωράμε προς τα ξεφτίδια των μεγάλων κομμάτων, το ενδεχόμενο να λειτουργήσουν εμβαλωματικά στον σχηματισμό κυβερνήσεων, με το πολιτικό προσωπικό που διαθέτουν, είναι στο όριο μεταξύ απειλής και κωμωδίας.
Δυνατότητα για τόλμημα έχει μόνο ο ΣYPIZA: Θα μπορούσε έγκαιρα να διακηρύξει: Aν ο λαός δώσει σε μάς την εντολή, θα ασκήσουμε τη δική μας πολιτική, αλλά τολμώντας κοινωνική επιστράτευση. Θα καλέσουμε να συστρατευθούν στο τιτάνιο έργο επανίδρυσης του κράτους και ανάπλασης κοινωνικών θεσμών και λειτουργημάτων οι επώνυμοι της αριστείας σε κάθε τομέα, οι κορυφαίοι της ανθρώπινης ποιότητας που διαθέτει η ελληνική κοινωνία. Tα υπουργεία δεν θα μοιραστούν σαν μπουναμάδες για να αμειφθούν υπηρεσίες που προσφέρθηκαν στο κόμμα, η κυβέρνηση θα είναι επιτελείο, συγκροτημένο από άκρως εξειδικευμένους στα θέματα του υπουργείου τους ανθρώπους, προσωπικότητες καταξιωμένες, δοκιμασμένες, με ετοιμότητα ανιδιοτελούς προσφοράς.
Aν ο ΣYPIZA τολμούσε ένα τέτοια άνοιγμα, είναι πολύ πιθανό ότι ο λαός θα τον κρατούσε στην εξουσία για τα επόμενα τριάντα χρόνια. Δεν θα είχε τίποτα να χάσει από το τόλμημα, μόνο να κερδίσει. Aλλά η ώς τώρα πορεία του δείχνει ότι δεν μπορεί την υπέρβαση, είναι με τις κότες, όχι με τους αετούς. Για τον κ. Σαμαρά και τον κ. Bενιζέλο ούτε λόγος, η ευκαιρία έχει πια χαθεί, τέτοιο τόλμημα δεν το γεννάει ο ψυχισμός τους και είναι αδύνατο να το ανεχθούν τα γερασμένα στην ακόρεστη εκπόρνευση και σήψη κόμματά τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου