Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

CSI: Μια εθνική ιατροδικαστική υπόθεση




  
Σήμερα θα ασχοληθούμε με μια από τις πιο περιβόητες περιπτώσεις δολοφονίας, όπως αυτή καταγράφτηκε στα αρχεία της Διεθνούς Ιατροδικαστικής Ένωσης.
Το καλοκαίρι του 2012 ανακαλύφτηκε ένα πτώμα αγνώστων στοιχείων, σε προχωρημένη σήψη, στην άκρη της βαλκανικής χερσονήσου, στη ΝΑ Ευρώπη.
Η ηλικία του θύματος ήταν δύσκολο να καθοριστεί. Ο αστυνομικός επιθεωρητής, ο οποίος βρέθηκε πρώτος στον τόπο του εγκλήματος, βιάστηκε να τη χρονολογήσει στα 5000 χρόνια.
Σύντομα φανερώθηκε ότι το θύμα ήταν πολύ νεότερο απ’ όσο ήθελαν οι πάντες να πιστεύουν, μόλις 150 χρονών.
Αρχικά οι ιατροδικαστές προσπάθησαν να καθορίσουν το χρόνο θανάτου του θύματος.
Αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους. Ένας είναι η εσωτερική θερμοκρασία του σώματος. (Η εσωτερική, γιατί η επιφάνεια, αυτό που φαίνεται, κρυώνει αρκετά σύντομα εμφανίζοντας κατά τόπους πολλές και σημαντικές θερμοκρασιακές διαφορές...) Η θερμοκρασία του σώματος πέφτει από τα κανονικά της επίπεδα με 1-2 βαθμούς την ώρα.
Το «πτώμα των Βαλκανίων», όπως ονομάστηκε αρχικά, είχε αρκετά υψηλή θερμοκρασία και αυτό προβλημάτισε τους ιατροδικαστές.
Στον προσδιορισμό της ώρας θανάτου βοηθούν και άλλα σημάδια όπως:
Η πνευματική –συγνώμη, πτωματική- ακαμψία ή ακαμψία του θανάτου. Μέσα σε 12 ώρες από την εμφάνιση της το πτώμα γίνεται άκαμπτο σαν άγαλμα.
Ο πτωματικός σπασμός, ο οποίος προκαλείται από έναν βίαιο θάνατο. Αν το θύμα έχει αρπάξει κάτι με το χέρι του τη στιγμή του θανάτου είναι σχεδόν αδύνατο να του το αποσπάσεις.
Το «πτώμα των Βαλκανίων» βρέθηκε να κρατάει στο ένα χέρι μια πιστωτική κάρτα και στο άλλο ένα τηλεχειριστήριο τηλεόρασης.
Χρειάστηκε να του σπάσουν τα κόκαλα του χεριού για να μπορέσουν να τα αφαιρέσουν.
Άλλη ένδειξη είναι οι πτωματικές υποστάσεις (livor mortis). Όταν η καρδιά σταματάει να χτυπάει το αίμα καθιζάνει στα σημεία όπου το σώμα εφάπτεται με το έδαφος.
Όλο το αίμα του συγκεκριμένου πτώματος είχε κατακαθίσει στα οπίσθια του και το σχήμα των καθιζήσεων υποδείκνυε ότι το θύμα είχε πεθάνει πάνω σε έναν καναπέ.
Αυτό όμως που έδειξε τον πραγματικό χρόνο του θανάτου ήταν το «χρονικό της σήψης».
Οι μύγες γεννούν τα αυγά τους στην νωπή σάρκα και αυτά εκκολάπτονται 8 με 14 ώρες αργότερα. Ανάλογα με το μέγεθος των προνυμφών (σκουλήκια) ο ιατροδικαστής μπορεί να καταλάβει τον ακριβή χρόνο θανάτου.
Το συγκεκριμένο πτώμα είχε τέτοιου μεγέθους σκουλήκια που οι ιατροδικαστές συμπέραναν ότι ο θάνατος είχε επέλθει πριν 150 χρόνια.
Αυτό προκάλεσε πολλές συζητήσεις και διαξιφισμούς, αφού ένα τέτοιο γεγονός θα σήμαινε ότι το υποκείμενο πέθανε μόλις γεννήθηκε, ότι ήταν ουσιαστικά θνησιγενές ή ότι δολοφονήθηκε (αν είχε δολοφονηθεί) την ώρα της γέννησης του.
Αφού φάνηκε ότι ήταν αδύνατο να καθοριστεί η ώρα θανάτου το επόμενο βήμα ήταν η ταυτοποίηση του πτώματος.
Το φύλο έγινε γνωστό με τη μελέτη του ηβικού οστού: Ήταν γυναίκα.
Έπειτα ξεκίνησε η προσπάθεια να προσδιοριστεί η ηλικία του θύματος. Εκεί, όπως είπαμε, έγινε μεγάλο μπέρδεμα, αφού το πτώμα φορούσε αρχαιοελληνικό χιτώνα. Όμως με την εξέταση της οδοντοστοιχίας, την εκτίμηση των άκρων των πλευρών και της συνοστέωσης της ηβικής σύμφυσης, φάνηκε ότι το θύμα –παρά το ύψος του που υποδήλωνε ενήλικο άτομο- είχε παιδικά χαρακτηριστικά, ίσως εξαιτίας κάποιας γενετικής μετάλλαξης, νεοτενισμού ή σωματικής ατροφίας, η οποία ήταν και ένδειξη νοητικής καθυστέρησης.
Στην προσπάθεια καθορισμού της φυλής του θύματος τα πράγματα μπερδεύτηκαν ακόμα περισσότερο. Η δομή των οστών, το χρώμα και η σύσταση της τρίχας συνήθως αποτελούν ασφαλή οδηγό για μια τέτοια προσπάθεια. Όμως στην περίπτωση που εξετάζουμε το θύμα έμοιαζε να είναι συνονθύλευμα πολλών διαφορετικών φυλών.
Οι ιατροδικαστές δεν ήξεραν αν μπορούσαν να το κατατάξουν στην καυκάσια, την αφρικανική ή την ασιατική. Τελικά έγραψαν: «Ακαθόριστης φυλής».
Μετά έγινε μια προσπάθεια ανασύστασης του προσώπου με βάση τα οστά του κρανίου. Οι επιστήμονες, με τη βοήθεια των ειδικών καλλιτεχνών, κατέληξαν σε αυτό το αποτέλεσμα:
Η αναπαράσταση δόθηκε σε όλα τα αστυνομικά τμήματα της υφηλίου και δημοσιεύτηκε στον έντυπο τύπο, μήπως κάποιος είχε στοιχεία για την νεκρή.
Μετά οι ιατροδικαστές ξεκίνησαν να αναζητούν τα αίτια του θανάτου.
Το θύμα είχε θλαστικά τραύματα στο κρανίο, πολλούς νυγμούς (τρυπήματα) με αιχμηρό αντικείμενο σε όλο το σώμα, εμφανή σημάδια στραγγαλισμού, εγκαύματα έκτου βαθμού, κόκκους άκαυστης πυρίτιδας γύρω από τραύματα που προκάλεσαν πυροβολισμοί (και οι οποίοι κόκκοι δείχνουν ότι το θύμα πυροβολήθηκε από μικρή απόσταση), καθώς και ένα διαμελισμένο πόδι –από εκρηκτικό μηχανισμό.
Παρόλα τα τραύματα το θύμα δεν είχε υποκύψει, αλλά μπόρεσε να συρθεί λίγα ακόμα μέτρα και να φτάσει ως τη θάλασσα. Εκεί, όπως φαίνεται από το νερό που βρέθηκε στα πνευμόνια της, κάποιος την έριξε μέσα για να την πνίξει –ή μπορεί να έπεσε μόνη της για να αυτοκτονήσει.
Οι ιατροδικαστές όμως απεφάνθησαν ότι ο θάνατος δεν είχε προέλθει ούτε από πνιγμό, αλλά από δηλητηρίαση... Και ξεκίνησαν να αναζητούν το φονικό δηλητήριο.
Αρχικά σκεφτήκαν την ακονιτίνη (η οποία λαμβάνεται από τον γογγυλώδη Ακόνιτο) και η οποία ήταν κάποτε το πιο συνηθισμένο δηλητήριο. Αυτή παλαιότερα χρησιμοποιούνταν ως θεραπεία των ρευματισμών, αλλά αν ελάχιστη δόση εισέλθει στον οργανισμό, προκαλεί διαδοχική παράλυση όλων των οργάνων του σώματος, με αποκορύφωση την νέκρωση του εγκεφάλου.
Ο εγκέφαλος του θύματος φαίνεται ότι είχε νεκρωθεί πολύ πριν τον θάνατο του και σε συνδυασμό με το τηλεχειριστήριο που βρέθηκε να κρατάει ήταν πολύ σημαντική ένδειξη υπέρ της ακονιτίνης.
Προτάθηκε και η ατροπίνη (η οποία λαμβάνεται από φυτά της οικογένειας των αλκαλοειδών, όπως η μπελαντόνα). Χαρακτηριστικό αυτής είναι η διαστολή της κόρης του ματιού, σε βαθμό που εξαφανίζεται σχεδόν το ασπράδι.
Το θύμα, όπως διαπιστώθηκε με επιτόπιες έρευνες, ήταν τυφλό (πιθανότατα και κουφό και μουγκό). Μάλλον και ηλίθιο.
Κάποιος πρότεινε τη στρυχνίνη, η οποία προκαλεί έντονες μυικές συσπάσεις και τα χείλια του θύματος τραβιούνται σε ένα παράξενο χαμόγελο, πριν πεθάνει από παράλυση του αναπνευστικού συστήματος.
Ισχυρές ενδείξεις υπήρχαν υπέρ του θαλλίου, αφού το θύμα φαινόταν να έχει χάσει μέρος των μαλλιών του, σύμπτωμα της δηλητηρίασης με θάλλιο. Το θάλλιο δηλητηριάζει το θύμα αργά και τα συμπτώματα της δηλητηρίασης μοιάζουν με εκείνα της γρίπης: κόπωση, πυρετός, πονοκέφαλος, μυικοί πόνοι. Έτσι ο δηλητηριασμένος νομίζει ότι ασθενεί από κάτι περαστικό και δεν πηγαίνει σε νοσοκομείο. Όταν αρχίζει η παράλυση, το τελευταίο στάδιο της δηλητηρίασης, ο ασθενής δεν έχει πια δυνάμεις να αντισταθεί και –τις περισσότερες φορές- καταλήγει.
Ένας νεότερος ιατροδικαστής, πρότεινε μια τελείως διαφορετική πηγή δηλητηρίασης:
Αυτός υποστήριξε ότι το θύμα είχε αυτοδηλητηριαστεί. Ότι, παρά τα τραύματα, είχε υποκύψει σε μια πολύ σπάνια ορμονική διαταραχή, γνωστή ως «ohadelfismus», όπου ο οργανισμός αυτοκαταστρέφεται, αφού κάθε κύτταρο του σώματος του στρέφεται ενάντια σε κάθε άλλο. Την προκαλεί η υπερτροφία του τμήματος εκείνου του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την εγωιστική συμπεριφορά.
Αυτή τη θεωρία απέρριψαν οι υπόλοιποι ιατροδικαστές, ειδικά αφού βρεθήκανε σημάδια αλλεπάλληλων βιασμών του θύματος –ακόμα και μετά το θάνατο του.
Από το γενετικό υλικό που συλλέχτηκε από τον κόλπο του θύματος φάνηκε ότι οι βιαστές ήταν διαφόρων εθνικοτήτων και φυλών, αλλά κυρίως: Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι (αρχικά), μετά Γερμανοί, πάλι Άγγλοι και Αμερικάνοι. Και στο τέλος πάλι Γερμανοί.
Όπως έγινε τελικά αποδεχτό από την Δ.Ι.Ε. το θύμα φέρεται να έπεσε θύμα βιασμών και δολοφονικών επιθέσεων από τη στιγμή της γέννησης του, όμως κατάφερε να επιβιώσει, μέχρι που του χορηγήθηκε μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου, πιθανότατα ατροπίνης, η οποία οδήγησε το θύμα σε μια προσωρινή και πλασματική ευφορία, πριν το θάνατο από ασφυξία.
Οι ιατροδικαστές, ελλείψει στοιχείων, ονόμασαν το θύμα Ελλάδα, προς τιμή μιας χώρας που υπήρχε κάποτε.
Η υπόθεση αυτή βοήθησε να διαλευκανθούν παρόμοιες περιπτώσεις δολοφονίας, όπως η διπλή δολοφονία της Ιβηρικής χερσονήσου,  η «σφαγή του Δάντη» και άλλες.
Και κάτι παράξενο: Λίγο καιρό αφότου το σώμα της «Ελλάδας» θάφτηκε κάποιοι άκουσαν φωνές να βγαίνουν μέσα από τον τάφο της. Ζητήθηκε να γίνει εκταφή της σορού, αφού πολλοί υποστήριξαν ότι δεν είχε πεθάνει, απλά ξαπόσταινε.
Όμως παρενέβη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Υγιεινής Ταφής και σφράγισε με ενισχυμένο σκυρόδεμα τον τάφο, για την αποφυγή μετάδοσης μολυσματικών ασθενειών. 
(Ευχαριστούμε τον David Owen, συγγραφέα του βιβλίου «Εργαστήριο Εγκληματολογίας», εκδόσεις Κοχλίας, για τις ανεκτίμητες συμβουλές του και διορθώσεις). 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου