Υπάρχουν στιγμές που με έχεις διαβάσει, και με βλέπεις να είμαι λίγο (ή, καλύτερα, πολύ) ευαίσθητος με την αστυνομική βία.
Όταν συμβαίνει, να φωνάζω, να αντιδρώ, να διαμαρτύρομαι.
Συνήθως, αν όχι πάντα, τριγύρω από την αστυνομική βία, υπάρχει η δικαιολογία μίας παρανομίας. Με, ή χωρίς εισαγωγικά. Πχ, ένας μετανάστης έκλεψε μία τσάντα – συνελήφθη και βρέθηκε αργότερα νεκρός στο τμήμα. Ταραχοποιοί προκάλεσαν επεισόδια – οι αστυνομικές δυνάμεις καταστολής άσκησαν βία με τα γκλομπ ή χρησιμοποιώντας χημικά. Ενας νεαρός πέταξε πλαστικό μπουκάλι (ή απλώς έβρισε) αστυνομικούς σε περιπολία – ένας εκ των αστυνομικών τον πυροβόλησε και τον σκότωσε.
Υπάρχει, συνήθως (όχι πάντα) μία παρανομία, και συνήθως (όχι πάντα) ακολουθεί παρά πόδας μία αστυνομική ασυδοσία.
Σε κάποιες από τις διαμαρτυρίες μου για την αστυνομική βία (διαμαρτύρομαι α-πο-κλει-στι-κα για την αστυνομική βία, ποτέ για τις παρανομίες που την προκαλούν/δικαιολογούν/ή απλώς συνυπάρχουν μαζί της, (όλο και πιο συχνά, δυστυχώς) ακούω από άλλους σχολιαστές:
“Ναι, αλλά αυτό (την παράνομη πράξη) θα το αφήσεις ασχολίαστο; Δεν πρέπει να ασχοληθούμε μ’ αυτό; δεν πρέπει να το κατακρίνουμε;”
Ας δούμε μία και καλή τον τρόπο σκέψης μου, για να μην εξηγώ, κάθε φορά, τα ίδια πράγματα.
Όχι, δεν θα ασχοληθώ με την παρανομία.
Δεν θα ασχοληθώ με τους σιχαμερούς τύπους που έκαψαν τους τρεις στην τράπεζα, δεν θα ασχοληθώ με τους μετανάστες που έσφαξαν τον οικογενειάρχη για μία βιντεοκάμερα, δεν θα ασχοληθώ με τους υπάνθρωπους που πέταξαν μία μολότοφ σε αστυνομικό που έπεσε από την μηχανή στο Σύνταγμα, δεν θα ασχοληθώ με αυτούς που κλέβουν στις πορείες, δεν θα ασχοληθώ με τους δολοφόνους των αστυνομικών στις μηχανές.
Μου ζητάς να ασχοληθώ μαζί τους. Να τους κατακρίνω.
Δεν προτίθεμαι να το κάνω.
Θα ασχοληθώ όμως με αυτούς που βάρεσαν τον κύπριο Αυγουστίνο, με αυτούς που συνέλαβαν τον τύπο με τα πράσινα παπούτσια, με αυτούς που άφησαν να πεθάνει η Γκουλιώνη, με αυτούς που συνέλαβαν τον Μάριο Ζ, θα ασχοληθώ με αυτούς που έριξαν τα χημικά στο σύνταγμα, με αυτούς που στάθηκαν δίπλα-δίπλα με ακροδεξιούς στην Κρήτη, θα ασχοληθώ με αυτούς που έλεγαν “εσύ είσαι το νούμερο ένα -και εσύ το νούμερο δύο” στο ΑΤ Ακρόπολης, με αυτούς που έδειραν τον Μώδεστο όταν διαμαρτυρήθηκε, η λίστα είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ. Με αυτούς θα ασχοληθώ.
Αποκλειστικά.
Γι΄αυτούς θα φωνάξω. Γι’ αυτούς θα διαμαρτυρηθώ.
Αποκλειστικά.
Αντέχεις την συνέχεια; γιατί προτίθεμαι να σου εξηγήσω γιατί.
~
Είμαι πολίτης αυτής της χώρας. Είτε ψήφισα αυτήν την κυβέρνηση, είτε άλλο κόμμα βουλής, είτε τρίτο άγνωστο κόμμα, είτε έριξα λευκό, είτε δεν ψήφισα καθόλου (εφόσον μου το επιτρέπει ο εκλογικός νόμος) είμαι ενεργό μέρος αυτής της κοινωνίας.
Στην εξίσωση, για ο,τι έχει συμβεί στο παρελθόν, και για ο,τι πρόκειται, δυστυχώς, να συμβεί και στο μέλλον, υπάρχουν δύο πολύ συγκεκριμένα στοιχεία.
Υπάρχουν (συνήθως) οι “παράνομοι”.
Υπάρχει (πάντα) η εκτελεστική εξουσία (συνήθως με την μορφή της αστυνομίας).
Ας δούμε τον ρόλο μου, τις ευθύνες μου, απέναντι σ’ αυτά τα δύο στοιχεία.
~
Πρώτον, οι “παράνομοι”.
Αυτός που κρατάει μολότοφ, αυτός που κρατάει πέτρα, αυτός που κρατάει πιστόλι, αυτός που σπάει μαγαζιά, αυτός που καταστρέφει, που σκοτώνει, αυτός που παρανομεί – όλοι δεχόμαστε ότι αυτός είναι ο παράνομος.
Ε, λοιπόν, αυτός ο παράνομος δεν κάνει απολύτως τίποτα για λογαριασμό μου.
Δεν τον διάλεξα, δεν τον επέλεξα, δεν τον ψήφισα, δεν τον ανέχθηκα, δεν τον έβαλα εκεί, δεν του ζήτησα να πάει, δεν έχω μιλήσει μαζί του, δεν ξέρω ποιος είναι, δεν ξέρω ΚΑΝ αν είναι ένοχος.
Αυτός ο παράνομος δεν είμαι εγώ.
Δεν έχω εξουσία επάνω του, δεν μπορώ να τον σταματήσω, δεν μπορώ να τον καθοδηγήσω, δεν με ακούει, κατά πάσα πιθανότητα με μισεί εξίσου με εσένα, δεν είναι δικός μου –
- δεν με εκπροσωπεί.
Δεν ξέρω τι σκέφτεται, δεν ξέρω γιατί το κάνει, δεν ξέρω αν είναι τραμπούκος, αν είναι τίμιος επαναστάτης, αν είναι εγκάθετος, αν είναι μαφιόζος, αν είναι πρεζόνι, αν είναι πεινασμένος, αν έχει παιδιά, ή αν εκδίδει την γυναίκα του.
Αυτός είναι παράνομος. Εγώ, πάλι, όχι.
Θα μπορούσα, θα μου πεις, με κάποιους από αυτούς, να είμαι μαζί τους: να κλέβω, ή να αντιστέκομαι στην Κερατέα. Να δολοφονώ, ή να αντιστέκομαι στο Σύνταγμα.
Θα μπορούσα να είμαι –
- δεν είμαι όμως. Είτε είμαι πολύ ηθικός, είτε είμαι πολύ δειλός, αυτός είναι εκεί, εγώ είμαι εδώ.
Πιστεύεις ότι τρέφεται με την σιωπή μου, και σου λέω ότι, είτε το θέλω, είτε όχι, έχω πάρει την θέση μου. Είναι εκεί, και είμαι εδώ.
Και στο ξαναλέω, και πρόσεξέ το αυτό: και μόνο που αυτός είναι εκεί, και εγώ είμαι εδώ, μας κάνει εχθρούς, όχι φίλους.
Εγώ μπορεί να μην ασχολούμαι μαζί του – αυτός όμως, κατά πάσα πιθανότητα, αν με είχε μπροστά του, έτσι όπως κάθομαι στον καναπέ μου, και κρύβομαι πίσω από το πληκτρολόγιό μου, θα μου άνοιγε το κεφάλι.
Σε κάποιες περιπτώσεις, δεν τον αδικώ κιόλας.
-
Δεύτερον, οι νόμιμοι.
Εδώ, έχουμε θέμα.
Διότι, ως πολίτης αυτής της χώρας, ως ενεργό (είπαμε, με οποιονδήποτε τρόπο) μέλος αυτής της κοινωνίας, το αστυνομικό όργανο υπάρχει για να προστατεύει εμένα.
Εγώ επέλεξα τα αφεντικά του, εγώ τα εξέλεξα, εγώ τον όπλισα, εγώ τον κατέβασα στους δρόμους, εγώ του είπα (μέσω της νομοθετικής εξουσίας) τι να κάνει, εγώ τον ανέχθηκα, εγώ του ζήτησα να πάει, εγώ ψήφισα τα άμεσα αφεντικά του.
Ο αστυνομικός που κυκλοφορεί στους δρόμους, έχει όπλο μαζί του. Του το επέτρεψα εγώ. Τον κατέβασα στους δρόμους. Εγώ. Του έδωσα εξουσία να σκοτώνει. Εγώ. Του έδωσα νόμους για να ακολουθεί. Εγώ. Του έδωσα εντολή να πάει στα χειρότερα μέρη, να βάλει τον εαυτό του σε κίνδυνο, για να σώσει εμένα.
Το αφεντικό του κάθε αστυνομικού είμαι εγώ. Και την ευθύνη των πράξεών του;
Εγώ την έχω. Εξ’ ολοκλήρου.
~
Θα μου πεις “εσύ έστειλες τους ΜΑΤατζήδες να πετάξουν χημικά ΜΕΣΑ στο μετρό στο Σύνταγμα”; όχι, παρέκουσαν τις εντολές μου. “Εσύ τους έστειλες να πετάξουν κρότου λάμψης με αποτέλεσμα να κουφαθεί ο κύπριος δημοσιογράφος;” Όχι, παρέκουσαν τις εντολές μου. “Εσύ έβαλες τους αστυνομικούς να φυτέψουν μολότοφ στην τσάντα του παιδιού με τις πυζάμες; Εσύ τους έβαλες να σακατέψουν τον διαδηλωτή στο σύνταγμα που τους λέει ”μην με χτυπήσεις”; Εσύ τους έβαλες να χτυπήσουν με τους πυροσβεστήρες; εσύ τους είπες να χτυπήσουν οδηγώντας την μηχανή πάνω στον κόσμο; εσύ τους έβαλες να κλωτσήσουν την περαστική σπάζοντάς της το πόδι; εσύ τους έβαλες να ρίξουν χημικά στα σουβλατζίδικα στο μοναστηράκι; εσύ τους είπες να χτυπήσουν δημοσιογράφους στην Ακρόπολη”;
Όχι, παρέκουσαν τις εντολές μου.
Τις εντολές ΜΟΥ.
Γιατί, αυτοί οι άνθρωποι, με βάση το σύνταγμα και τους νόμους, είναι υπό τις εντολές μου. Και αν όχι αυτοί, τότε οι διοικητικοί προϊστάμενοί τους. Και αν όχι αυτοί, οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους.
Αυτοί, με βάση το σύνταγμα και τους νόμους, όλα αυτά τα κάνουν (δήθεν, ή μη) για να προστατέψουν εμένα. Από τους παράνομους. Εμένα. Αν δεν θέλω να λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, έχω την πολιτική, κοινωνική, ηθική υποχρέωση να αντισταθώ.
Δεν έχω καμία υποχρέωση να αντισταθώ στους “παρανόμους”: το έκανα ήδη, φτιάχνοντας νόμους, στήνοντας ένα δικαστικό σύστημα, και ενεργοποιώντας το πιο σκληρό, το πιο άκαρδο, το πιο άσπλαχνο, το πιο βάναυσο, το πιο αποτρόπαιο αστυνομικό κράτος που έχουμε δει μετά την χούντα.
Έχω κάνει ήδη το ..καθήκον μου απέναντι στους παρανόμους. Και αυτό το καθήκον, ειδικά το αστυνομικό, με κάνει να ντρέπομαι, κάθε φορά που παρακούει τις εντολές μου.
Μην μου ζητάς λοιπόν να καταδικάσω τις παρανομίες των παρανόμων.
Αρνούμαι να το κάνω, γιατί δεν τους εκπροσωπώ – ούτε και αυτοί θέλουν την εκπροσώπησή μου.
Αντίθετα, ζήτα μου, όσο πιο επιθετικά μπορείς, όσο πιο επίμονα, όσο πιο απαιτητικά μπορείς να μαζέψω, με όποιον τρόπο μπορώ, την αστυνομική βία. Να την κατακρίνω, όσο πιο σκληρά μπορώ, όσο πιο πολύ μπορώ, όσο πιο έντονα μπορώ.
Όποια μορφή και αν έχει, όποια δικαιολογία και αν βρει, όποιο σιχαμένο καθήκον και αν υπηρετεί.
Γιατί οι παράνομοι δεν με φωνάζουν “αφεντικό”. Οι νόμιμοι με φωνάζουν.
arkoudos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου