Δευτέρα 4 Μαΐου 2015

Το ξενιτεμένο

Μια φορά και έναν καιρό γεννήθηκε ένα ξενιτεμένο. ‘Ηταν από εκείνα τα ξενιτεμένα τα μεταμφιεσμένα. Αυτά που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά. Και έτσι ζούσε και μεγάλωνε. Ονειρευόταν, ερωτευόταν, αγαπιόταν.

Μέχρι που κάποια μέρα η κακιά βασίλισσα εισέβαλλε στο χωριό. Και έγινε χαμός. ‘Ενας χαμός από τους άλλους. Ο κακός.

Και έτσι το ξενιτεμένο έφυγε. Βρέθηκε στα εξωτερικά.  Με άλλους ανθρώπους. Με άλλη γλώσσα. Με άλλα σχέδια. Ξυπνάει άλλη ώρα και τρώει άλλα πράγματα. Γελάει με άλλα αστεία και συγκινείται με άλλα τραγούδια.

Γνωρίζει κάθε μέρα ανθρώπους και ιστορίες. Μαθαίνει για άλλα βιώματα, μέχρι και για πολέμους που είχε διαβάσει κάποτε στα βιβλία. Ακούει άλλες φωνές και μαγεύεται από άλλα μυαλά. Δουλεύει, και στη δουλειά του τα πάει καλά. Και….αυτό αναγνωρίζεται και ανταμοίβεται. Και έτσι προσπαθεί. Και συναναστρέφεται ψυχές πολύχρωμες και κοιτάζει μάτια έτη φωτός διαφορετικά.


Το ξενιτεμένο είναι μόνο του. Κεράκια έσβησε μέσα από μια οθόνη στα γενέθλιά του και την οικογένειά του τη βλέπει με διαλείμματα. ‘Οσο αντέχει η σύνδεση. ‘Οταν υπάρχει σύνδεση. Του λείπουν όλοι και λείπει και εκείνο στους φίλους του. Του λείπει μια αγκαλιά.

Το ξενιτεμένο όμως λατρεύει το κρασί. Και τη μπύρα. Και τα μοχίτος. Και το ίδιο συμβαίνει και σε αυτούς τους άλλους που συναντά σε αυτή την άλλη χώρα. Και προσπαθεί. Και η μοναξιά του φοράει τα καλά της και βγαίνει βόλτα. Γι’ αυτές τις μπύρες. Με αυτούς τους άλλους και τις δικές τους μοναξιές.

Και σε αυτή την άλλη χώρα πρέπει να βγάλει κάρτα ξένων. Να γραφτεί στα βιβλία των ξένων. Να μάθει να σκέφτεται και σε άλλη γλώσσα. Και έτσι, ζει κάπου αλλού. Πέρα από τα σύνορα της χώρας του. Καθημερινότητα τόσο κοντινή και τόσο μακρυνή. Με πρόσωπα τόσο διαφορετικά και τόσο οικεία. Προσπαθεί. Κάθε μέρα.

Κάποιοι θα πούνε τυχερό το ξενιτεμένο. Κάποιοι άλλοι θα πούνε έφυγε και αυτό, μας παράτησε. Κάποιοι θα ζηλέψουν την όμορφη πόλη, την καλή δουλειά. Κάποιοι θα στεναχωριούνται για την άγνωστη γη. Κάποιοι θα το αντιμετωπίσουν σαν γνωστό απó τα παλιά. Για κάποιους άλλους θα είναι ο μετανάστης στη χώρα τους. Για κάποιους ο ξενιτεμένος της δικής τους.

Και το ξενιτεμένο προσπαθεί. Τα ακούει όλα. Βλέπει. Αγγίζει. Εδώ. Εκεί. Γελάει και κλαίει. Ακούει μουσική. Και είναι στη μέση. Και το νόμισμα έχει δύο όψεις. Αλλά εκείνο είναι παιδί τρελό και δεν έχει νόμισμα αλλά ένα παιχνίδι στα χέρια του.

Το ξενιτεμένο είμαι εγώ. Ίσως είσαι και εσύ. Ίσως γίνεις. Ίσως το επιθυμείς ή το φοβάσαι. Ίσως γι’αυτό βλέπεις διαφορετικά τον διπλανό σου ξενιτεμένο. Ίσως γι’ αυτό αντιμετωπίζεις διαφορετικά τον διπλανό σου μετανάστη.

Ίσως να σταματήσεις να ψάχνεις για τις όψεις του νομίσματος και να ψάξεις για το παιδί, το τρελό. Και αυτό, το ξενιτεμένο, να σου στείλει ένα χαμόγελο. Όχι μόνο γιατί είναι μεταδοτικό. Αλλά γιατί είναι και λυτρωτικό.

Xela

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου