Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

Θέλω να ζήσω, ρε! Όχι απλά να επιβιώσω...


Θέλω να ζήσω, ρε! Όχι απλά να επιβιώσω...
Βαρέθηκα να είμαι ένας ακόμα αριθμός στις στατιστικές σας. Ένα νούμερο και όχι μια ψυχή. Να είμαι ένας ακόμα απ’ όλους εκείνους που ρίχνουν νερό στο μύλο της φαυλότητας σας. Σιχάθηκα να παίζω το παιχνίδι σας και να σας προσφέρω απλόχερα και το άλλο μάγουλο κάθε φορά που ρίχνετε κι ένα καινούριο χαστούκι στην αξιοπρέπεια μου. Μπούχτισα πια να σκύβω φοβισμένος το κεφάλι μου, προσπαθώντας να μαζέψω τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι σας για να επιβιώσω.

Θέλω να ζήσω, ρε! Δεν θέλω απλά να επιβιώσω στον κόσμο σας. Σ' έναν κόσμο που φτιάξατε χωρίς να με ρωτήσετε!


Δε θέλω πια να προσπαθώ να γίνω αυτό που όλοι εσείς σχεδιάσατε για μένα. Θέλω να ακολουθώ όποτε γουστάρω μια νότα ή να μπαίνω στο τοπίο μιας ζωγραφιάς. Θέλω να διαβάζω ποίηση και όχι τα μαθηματικά σας. Σιχαίνομαι την αρχαία ελληνική γραμματεία σας, προτιμώ τον χορό και μια αγκαλιά.

Σας σιχάθηκα πια! Μα πιο πολύ απ’ όλα, σιχάθηκα τον εαυτό μου που τόσα χρόνια σας ανέχτηκε, τιποτένια και πανούργα ανθρωπάκια. Σιχάθηκα τις ιδέες σας, σιχάθηκα τη θρησκεία σας, σιχάθηκα τις αξίες σας. Σιχάθηκα όλα εκείνα που ξεγελώντας με από μωρό, κάνατε να μοιάζουν σημαντικά όλη μου τη ζωή τώρα.

Σας φοβήθηκα, πίστεψα πως είστε δυνατοί. Μεγάλοι και τρανοί. Μα τώρα πια δε σας φοβάμαι άλλο... Σφίγγω το χέρι του διπλανού μου, ερωτεύομαι και ορμάω για ν’ αγγίξω το άπειρο. Κυνηγάω πια το όνειρο, τη χίμαιρα, εκείνο που ποτέ μου δε θ’ αγγίξω. Όλα εκείνα που κάνατε να πιστέψω, βάζοντας το μυαλό μου στη μηχανή του κιμά σας, πως είναι ανέφικτα. Διέλυσα το κρεβάτι του Προκρούστη που με κοιμίζατε από μωρό. Το έκανα κομμάτια και τα πέταξα στη θάλασσα που δε μ’ αφήνατε τόσο καιρό να ταξιδέψω... Έραψα πάνω του για πανιά τις ελπίδες και τις προσδοκίες που μου σκοτώνατε όλα αυτά τα χρόνια κι έβαλα ρότα για την ευτυχία.

Την ευτυχία... Που όσο κι αν την παστώσατε με λογής λογής ψεύτικα χρώματα και την σκεπάσατε μ’ άχρηστα στολίδια και φτιασίδια, δεν καταφέρατε να τη σκοτώσετε..

Σας βαρέθηκα τιποτένια, άχρηστα και γελοία ανθρωπάκια... Ξέρω πως πρώτος απ' όλους φταίω εγώ για την κατάντια μου... Μα τώρα πια μπορώ να δω!

Και να σας στείλω πια εκεί που σας αρμόζει. Στη λήθη και την ανυπαρξία... Στο τίποτα και στο πουθενά...

Στέφανος Μαντζαρίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου